Δευτέρα 30 Απριλίου 2012

Η Χαμένη Ψήφος


Γίνεται πολύς λόγος τελευταία για τη χαμένη ψήφο... Χρησιμοποιείται συγκεκριμένα ως επιχείρημα για να μην ψηφίσει κανείς τα κόμματα εκείνα που ενδέχεται να μην πιάσουν το 3%. Το συγκεκριμένο επιχείρημα, όμως, εκτός του ότι καταλήγει στο ακριβώς αντίθετο συμπέρασμα από εκείνο που θεωρούν εκείνοι που το προβάλλουν, επιπλέον δε στέκει λογικά και από μόνο του.

Πρώτον, λοιπόν, ακόμα και αν γινόταν δεκτό γενικά το επιχείρημα, τότε δεν ισχύει εναντίον κομμάτων όπως η Δράση και η Δημοκρατική Συμμαχία. Αυτά τα κόμματα έχουν μεγάλες πιθανότητες να μπουν στη Βουλή και η πρόσθεση του 1% στο ποσοστό τους είναι καθοριστικό για να κερδίσουν 8 έδρες. Αντίθετα, αν προστεθεί 1% στο ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑΣΟΚ ή των άλλων κομμάτων που θα μπούνε στη Βουλή, τότε το πολύ να πάρουν έναν ακόμα βουλευτή. Αντί για 105 θα έχει η Νέα Δημοκρατία, απλώς 106 (ακόμα, δηλαδή, και για εκείνους που αποκλειστικό τους κριτήριο είναι να υπάρχει μετά τις εκλογές κυβέρνηση, συμφέρει πολύ περισσότερο ένα κόμμα σαν τη Δράση που έχει εκφράσει βούληση να συνεργαστεί παρά η Νέα Δημοκρατία, επειδή στην πρώτη περίπτωση ο σχηματισμός που θα προσπαθήσει να κυβερνήσει θα έχει κερδίσει 8 έδρες ενώ στη δεύτερη το πολύ να κερδίσει μία).

Δεύτερον, συνολικά το επιχείρημα δεν έχει βάση γιατί εξαρτάται από την επιλογή που θα κάνουν οι υπόλοιποι ψηφοφόροι. Το πρόβλημα με αυτό είναι ότι οι πιθανές επιλογές των υπολοίπων ψηφοφόρων είναι τόσες πολλές, ώστε να μπορεί κανείς να στηρίξει ό,τι θέλει πάνω σε αυτό το επιχείρημα. Πολλές ψήφοι μαζί χρειάζονται πάντοτε στο εκλογικό μας σύστημα, για να υπάρχει αποτέλεσμα. Μία ψήφος στη Νέα Δημοκρατία δεν προσφέρει απολύτως τίποτα. Είτε η Νέα Δημοκρατία πάρει 1.500.000 ψήφους, είτε πάρει 1.500.001 ψήφους είναι ακριβώς το ίδιο ως προς τις βουλευτικές έδρες που θα κερδίσει. Αντίστοιχα, είτε η Δράση πάρει 150.000 ψήφους, είτε πάρει 150.001 ψήφους είναι πάλι το ίδιο είτε μπει, είτε δεν μπει στη Βουλή. Η διαφορά στις δύο περιπτώσεις δεν είναι η μία ψήφος, αλλά ολόκληρο το τσουβάλι με τις ψήφους. Το τσουβάλι με τις ψήφους δίνει στη Νέα Δημοκρατία ίσως και πάνω από 100 έδρες, αντίθετα το τσουβάλι της Δράσης μπορεί να μην της δίνει καμία έδρα. Αυτό σημαίνει ότι τη διαφορά δεν την κάνει η ίδια η ψήφος αλλά το σύνολο των ψήφων. Αν, λοιπόν, οι ψήφοι έχουν σημασία μόνο, επειδή έχουν μπει σε ένα αρκετά μεγάλο τσουβάλι, τότε θα ήταν πάντοτε περισσότερο κερδισμένη η ψήφος που θα έμπαινε στο μεγαλύτερο, επειδή αυτό θα εξασφάλιζε περισσότερες έδρες (ειδικά αν λάβουμε υπόψη μας το μπόνους). Και με αυτή τη λογική, η οποία ισχύει και για μικρότερα κόμματα (για τους ψηφοφόρους για παράδειγμα που αποκλείουν τα μεγάλα κόμματα για άλλους λόγους) είναι εύλογο οι δημοσκοπήσεις να παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο, για να βρει ο καθένας τη στρατηγική που του ταιριάζει.   

Τρίτον, η ψήφος δεν είναι σημαντική μόνο και μόνο, επειδή δίνει βουλευτικές έδρες. Αντίθετα, ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της είναι ότι στέλνει και ένα πολιτικό μήνυμα. Αυτό το μήνυμα μπορεί να στρέφεται κατευθείαν προς την κυβέρνηση και τα μεγάλα κόμματα, αλλά μπορεί να είναι και ευρύτερα πολιτικό. Στις προηγούμενες εκλογές, ουσιαστικά οι περισσότερες φιλελεύθερες ψήφοι βρίσκονταν στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, για αυτό το λόγο είναι ακόμα σημαντικότερο να ψηφισθούν κόμματα όπως η Δράση, αλλά και η ΔΗΜΣΥΜ, καθώς το μήνυμα με μία τέτοια ψήφο προς τα δύο μεγάλα κόμματα, που θα είναι και στην κυβέρνηση, είναι σαφέστατο: δε σας επιλέγουμε πια, επειδή δεν υπήρξατε αρκετά φιλελεύθεροι και προσπαθήσατε να προστατέψετε τις συντεχνίες σας εις βάρος των υπολοίπων...

Αν κάποιος θεωρεί ότι η Νέα Δημοκρατία είναι το καλύτερο κόμμα ή αν θέλει να ψηφίσει κάποιον υποψήφιό της τον οποίο θεωρεί ιδιαίτερα καλό ας την ψηφίσει. Είναι λάθος, όμως, να ψηφίσει κανείς Νέα Δημοκρατία, παρόλο που προτιμά τη Δράση, επειδή η ψήφος στην τελευταία του φαίνεται χαμένη.

Υ.Γ.  Για όποιον δεν το κατάλαβε εγώ στηρίζω Δράση.        

Κυριακή 8 Απριλίου 2012

Δράση υπέρ των δημοσίων υπαλλήλων

Η δράση και ο Στέφανος Μάνος υποστηρίζουν ότι πρέπει να απολυθούν με κάποιο μηχανισμό περίπου 400.000 δημόσιοι υπάλληλοι. Θα έλεγε κανείς από αυτή την πρόταση ότι η δράση είναι καθαρά ένα κόμμα κατά των δημοσίων υπαλλήλων, ότι, δηλαδή, ακόμα και αν η πολιτική της θα είχε ίσως κάπως καλύτερα αποτελέσματα για τα υπόλοιπα κομμάτια του πληθυσμού, εντούτοις ειδικά για τους δημοσίους υπαλλήλους είναι τελείως εχθρική. Αυτή είναι και μία από τις βασικότερες κριτικές που δέχεται η δράση. Παρόλα, αυτά εγώ θα υποστηρίξω ακριβώς το αντίθετο, ότι στην πραγματικότητα η δράση είναι όχι μόνο υπέρ των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και με μία έννοια είναι το μόνο κόμμα με μία συνολική πρόταση υπέρ των συμφερόντων των δημοσίων υπαλλήλων.

Η σύγκριση, όμως, των προτάσεων των κομμάτων δεν μπορεί να γίνει μόνο με βάση τα λόγια και τις ευχές των κομμάτων προεκλογικά. Θα πρέπει να συγκριθούν τα κόμματα με βάση τι θα γίνει στην πράξη αν προσπαθήσουν να εφαρμόσουν αυτά που λένε. Τώρα, δηλαδή, μπορεί τα κόμματα να λένε ότι θα απολύσουν πολύ λιγότερους από 400.000, αλλά είναι βέβαιο ότι η άποψη τους θα αλλάξει προς το χειρότερο μετεκλογικά και θα αλλάξει ακόμα περισσότερο, αν το πρόγραμμά τους πάει χειρότερα από ότι υπολογίζουν. Πόσα εξάλλου πράγματα έγιναν τα τελευταία δύο χρόνια τα οποία διαψεύδονταν μέχρι και μήνες πριν υιοθετηθούν; Από την άλλη, η δράση έχει ένα πρόγραμμα που όσο και αν αρέσκονται οι διάφοροι να το χαρακτηρίζουν
«σκληρό» έχει ξεκάθαρη κατεύθυνση και είναι τέτοιο που να καθιστά με μεγάλη βεβαιότητα τα δημοσιονομικά μας βιώσιμα. Για αυτό το λόγο, η δράση έχει ένα ξεκάθαρο προβάδισμα σε σχέση με τα κόμματα τα οποία έχουν τέτοιες προτάσεις που στην πράξη δε θα μπορέσουν να σταθούν και θα χρειαστεί να συνοδευθούν από άλλα άγνωστα μέτρα. Εξάλλου, αφού κανένα άλλο κόμμα δεν μπορεί να υποσχεθεί με τέτοια βεβαιότητα όσο η δράση ότι αποφύγαμε την ασύντακτη κατάρρευση των δημοσίων οικονομικών, που θα είχε τραγικές και άμεσες συνέπειες για τους δημοσίους υπαλλήλους, πώς μπορεί να υποστηρίζει ότι πάντως η απόλυση 400.000 δημοσίων υπαλλήλων με σημαντικές αποζημιώσεις είναι κάτι χειρότερο;

Δε σταματούν, όμως, εδώ τα πλεονεκτήματα της πρότασης της δράσης. Και ένα πολύ χειροπιαστό πλεονέκτημα είναι ότι η δράση ποτέ δεν υποστήριξε τη μείωση μισθών στο δημόσιο για υπαλλήλους που δεν πληρώνονταν σημαντικά περισσότερο από το μέσο όρο. Αντίθετα, τα κόμματα εξουσίας αυτό έπραξαν, ενώ όλα ουσιαστικά τα κόμματα φαίνεται να προτιμούν τις οριζόντιες περικοπές από τις απολύσεις. Ακόμα χειρότερα, τα περισσότερα κόμματα φαίνεται να προτιμούν τις οριζόντιες περικοπές από τη μείωση των μισθών στις υψηλόμισθες ομάδες του δημοσίου. Ακόμα και ο ΣΥΡΙΖΑ, αν ήταν αναγκασμένος να κόψει δαπάνες, οριζόντιες περικοπές θα έκανε. Η δράση, όμως, προτιμά τη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. Γιατί πιστεύει ότι οι μισθοί στο δημόσιο δεν είναι υψηλοί (παρόλο που είναι υψηλότεροι από τον ιδιωτικό τομέα), πιστεύει, δηλαδή, ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι μπορούν να προσφέρουν και να είναι παραγωγικότεροι σε σχέση με τους μισθούς που παίρνουν. Ένα βασικό εργαλείο, για να επιτευχθεί η παραγωγικότητα είναι ακριβώς να λαμβάνουν οι δημόσιοι υπάλληλοι σημαντικές απολαβές. Αυτό, όμως, δεν μπορεί ποτέ να γίνει σε αυτό το τεράστιο και για αυτό το λόγο αντιπαραγωγικό δημόσιο. Η δράση προτείνει να μείνουν τόσοι δημόσιοι υπάλληλοι, ώστε να μπορέσει το σύστημα να γίνει παραγωγικό και να δικαιολογούνται πράγματι οι απολαβές των δημοσίων υπαλλήλων από το όφελος που θα έχουν οι πολίτες από τις κρατικές υπηρεσίες.

Έτσι, ερχόμαστε και σε μία άλλη προσφορά των προτάσεων της Δράσης. Ο συνδυασμός της μείωσης του όγκου του δημοσίου τομέα μαζί με τη βελτίωση του τρόπου διοίκησης και την αναβάθμιση των διοικητών που θα μπορούσε να προσφέρει η Δράση με τα στελέχη της είναι η μοναδική πολιτική πρόταση που δίνει κάποια ελπίδα ότι μπορεί να ξεβαλτώσει το δημόσιο στην Ελλάδα. Οι ελπίδες βέβαια για αυτό τον άθλο είναι υπερβολικά μικρές, καθώς οι κρατικοί μηχανισμοί δείχνουν ιστορικά να είναι παντρεμένοι με την αναποτελεσματικότητα και συχνά με τη ματαιότητα ή ακόμα χειρότερα την καταστροφή. Αν το συλλογιστεί κανείς, τα μονίμως αντιπολιτευόμενα κόμματα, στη μανία τους να είναι «αντιμνημονιακά» και να αντιδρούν σε οτιδήποτε προτείνουν τα κόμματα εξουσίας, δεν έχουν σχεδόν καμία πρόταση για το πώς φαντάζονται ότι θα έπρεπε να είναι δομημένο το κράτος (αν εξαιρέσουμε ότι το ΚΚΕ ονειρεύεται ένα πολύ συγκεκριμένο μοντέλο που εφαρμόστηκε στη Σοβιετική Ένωση...) και γενικότερα τα κόμματα, με λίγες εξαιρέσεις, δεν έχουν στελέχη με εντυπωσιακές διοικητικές ή άλλες ικανότητες. Η μετατροπή του δημοσίου τομέα σε ένα ζωντανό και δημιουργικό κομμάτι της κοινωνίας είναι προφανέστατα κάτι που θα έπρεπε να στηρίξουν οι πρωταγωνιστές σε αυτή τη διαδικασία.

Τέλος, οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι και αυτοί πολίτες. Τα οφέλη από την παύση της αβεβαιότητας που θα παρατηρηθεί, όταν καταστεί το κράτος βιώσιμο, τα οφέλη από τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για τη συντήρηση του κράτους και τα οφέλη από την αναβάθμιση της ποιότητας των υπηρεσιών του κράτους θα είναι τόσο σημαντικά για την οικονομία, την κοινωνία και τον πολίτη που αποτελούν ασφαλώς αξιοσημείωτο λόγο ακόμα και για ένα δημόσιο υπάλληλο να στηρίζει τις πολιτικές της δράσης. Πολύ περισσότερο, όμως, είναι ο καλύτερος και πιο αξιόπιστος τρόπος, για να βγούμε από το φαύλο κύκλο στον οποίο έχουμε πέσει.

Στο άρθρο αυτό συγκρίνω τη δράση κυρίως με τα κόμματα που είτε είναι στη βουλή ήδη είτε φαίνεται να μπαίνουν στη βουλή με βεβαιότητα. Αντίθετα, δεν αναφέρομαι στη Δημοκρατική Συμμαχία που έχει ασφαλώς προτάσεις προς τη σωστή κατεύθυνση, η οποία όμως, επίσης, υστερεί κατά τη γνώμη μου στην ποιότητα των προτάσεων σημαντικά σε σχέση με τη δράση. Επίσης, προς τη σωστή κατεύθυνση φαίνεται να είναι και η δημιουργία ξανά, της οποίας, όμως, η πρόταση δεν είναι ακόμα τόσο ολοκληρωμένη και δεν ξέρουμε ακριβώς τι προτείνει.

Τα στελέχη της Δράσης αντιλαμβάνονται ότι είναι δύσκολο να πείσουν δημοσίους υπαλλήλους να την στηρίξουν και ότι το κοινό της Δράσης πρέπει τουλάχιστον προς το παρόν να αναζητηθεί προς τον ιδιωτικό τομέα. Η πραγματικότητα, όμως, αν και δύσκολο να επικοινωνηθεί, είναι ότι η Δράση αποτελεί την καλύτερη επιλογή και για εκείνους των οποίων προτείνει την απόλυση. Οι λύσεις στα προβλήματά μας δε θα δοθούν, αν η δική μας ομάδα υπερισχύσει των αντιπάλων στην κοινωνία, αλλά, αντίθετα, αν καταφέρουμε να σπάσουμε εκείνους τους μηχανισμούς που καθηλώνουν και διαλύουν τις δυνατότητες συνεργασίας μας και αποτρέπουν την πολλαπλασιαστική αύξηση του έργου που όλοι μαζί μπορούμε να δημιουργήσουμε.